Το άρθρο του Βαγγέλη Κοτρώνη για την ταινία του Ρίντλεϊ Σκοτ Blade Runner δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Cine Φανταστικό, τ. 1 που κυκλοφόρησε τον Φεβρουάριο 1983.
~~
Μια ταινία που όπως γράφει στο φινάλε της, είναι αφιερωμένη στη μνήμη του Φίλιπ Κ. Ντικ. Μια ταινία που χαράζει την πορεία του σύγχρονου κινηματογράφου. «Βlade Runner» είναι αυτός που στο διάβα του δεν αφήνει κανέναν ζωντανό. Και τέτοιος είναι ο ήρωας της ταινίας, ο Ντέκαρντ. Ένας αστυνομικός αποσυρμένος από την κυκλοφορία. Μυς Θυμίζει τον Χάμφρι Μπόγκαρντ. Αλλά κουβαλά μια πολύ μεγαλύτερη τραγικότητα από τον προκάτοχό του. Ο Ντέκαρντ είναι ολόκληρη η γενιά του σήμερα που σιγά-σιγά αποσύρεται μέσα στα όνειρά της και τις ανεκπλήρωτες φιλοδοξίες. Σ' ένα κόσμο που όσο πάει και αλλάζει, ο Ντέκαρντ (και όλοι εμείς που εκπροσωπεί) αποσύρεται σιωπηλά ελπίζοντας να βρει τη χαμένη άνοιξη.
Αμερική. Λος Άντζελες. 2020. Μια πόλη διαστημική που ζει μέσα στη συνεχή κίνηση. Τεράστια φωτισμένα διαφημιστικά ταμπλό υπάρχουν παντού. Από μακριά νομίζεις πως βρίσκεσαι σε μια πόλη εξωγήινων. Αν όμως πλησιάσεις, το τοπίο θυμίζει την «κόλαση» του Δάντη. Μια ατέλειωτη «Τσαϊνατάουν» απλώνεται παντού. Βρέχει συνέχεια και ο κόσμος που κυκλοφορεί είναι λευκοί και γιαπωνέζοι, μόνο. Μια αναφορά του Ντικ στην κοινωνία των τρανζίστορ που εξαπλώνεται σιγά-σιγά, ίσως!
Ο Ντέκαρντ καλείται να ξανατεθεί στην κυκλοφορία. Τέσσερα Ρέπλικανς της ομάδας «Νέξους 6» δραπέτευσαν και έρχονται στο κέντρο της πόλης απειλώντας τον Τάρελ, τον μηχανικό που κατασκεύασε όλη την πόλη και τους ίδιους. Οι Ρέπλικανς είναι κατασκευές προγραμματισμένες να ζήσουν κάποια χρόνια. Τους έχει εμφυτευτεί μνήμη. Είναι τα τέλεια πλάσματα. Τόσο τέλεια που απειλούν την ίδια την ουσία που τα κατασκεύασε. Την Τάρελ κορπορέισον. Και ο Ντέκαρντ πρέπει να τους εξοντώσει. Είναι η μάχη των εκπροσώπων του παρόντος με τον εφιάλτη του μέλλοντος. Και ο Ντέκαρντ αναγκαστικά τίθεται με τη μεριά της συντήρησης. Αυτή είναι η ιστορία και την ξέρουμε υπό τα δέκα πρώτα λεπτά της ταινίας. Έτσι έχουμε να κάνουμε με μια αφαιρετική αφήγηση, μια που όσο περνά η εξέλιξη τόσο και αφαιρούνται στοιχεία για να φτάσουμε στο έξοχο φινάλε.
Οι Ρέπλικανς κυνηγημένοι από τον Ντέκαρντ και νιώθοντας το θάνατο να τους πλησιάζει (μια και η Τάρελ κορπορέισον τους έδωσε μόνο λίγα χρόνια ζωή) προσπαθούν να πλησιάσουν τον ίδιο τον Τάρελ.
Εδώ έχουμε το Σεμπάστιαν, το συνεργάτη του Τάρελ. Την πιο τραγική φιγούρα όλου του έργου. Είναι ο μηχανικός γεννετικής που, πράγματι, έφτιαξε για λογαριασμό του Τάρελ τους Ρέπλικανς και που ζει αποσυρμένος και αυτός, σε ένα πολυόροφο οίκημα που λέγεται «Διαμερίσματα Μπράντμπερι». Είναι άρρωστος, πάσχει όπως λέει και ο ίδιος από το «σύνδρομο του Μαθουσάλα». Είναι νέος, σύμφωνα με το σενάριο, και μοιάζει γερασμένος. Το σκαμμένο πρόσωπό του θαρρείς και αντικαθρεφτίζει όλη την περασμένη εποχή. Δεν είναι τυχαίο που η πολυκατοικία του λέγεται «Διαμερίσματα Μπράντμπερι». Μια αναφορά στον υπέροχα νοσταλγικό Ρέι Μπράντμπερι, έναν από τους ελάχιστους «καθαρούς» συγγραφείς επιστημονικής φαντασίας.
Ο Σεμπάστιαν ζει στο μόνο διαμέρισμα που κατοικείται. Και το σπίτι τον είναι γεμάτο παιχνίδια που έχει φτιάξει για να τον συντροφεύουν στις ατέλειωτες ώρες της μοναξιάς του. Τα παιχνίδια αυτά, παραμορφωμένοι νάνοι και εξώκοσμες καλλονές, είναι όλα το φαντάσματα και τα όνειρα που σε λίγο καιρό θα σφαλιστούν σε κάποια υγρή αποθήκη παρέα με τον Πόε, τον Στόουκερ και τον Λάβκραφτ. Και ο Σεμπάστιαν είναι ο τελευταίος που έχει υπομείνει για να το λατρεύει. (Μου θυμίζει τον ήρωα των «Ονειρότοπων της Γης», του έξοχου διηγήματος του Μπαλάνου). Ώσπου έρχονται το δυο πιο τέλεια παιχνίδια που έφτιαξε. Οι Ρέπλικανς, που όπως ο ίδιος ομολογεί «είναι τέλειοι». Η επόμενη φυλή, οι άρειοι που ζητούν ζωή από το δημιουργό τους, μη γνωρίζοντας και οι ίδιοι πως ο δημιουργός είναι σε πολύ χειρότερη μοίρα υπό τους ίδιους.
Αν ο Κόναν συνοψίζεται στη συμβολική και ονειρική ματιά στο παρελθόν, τότε οι Ρέπλικανς είναι σίγουρα τα παιδιά του αύριο.
Ορμητικά, άγρια, ερωτικά, τέλεια!
Μέσα σε ένα κόσμο που Θα έχει τη χλιδή τον παρελθόντος. που τα πάντα Θα έχουν την «υγράδα» της ανατολής, και που η κοινωνία των τρανζίστορ θα έχει τον τελευταίο λόγο!
Ο παρ' ολίγο θάνατος του Ντέκαρντ ανάμεσα στα πόδια της Ρέπλικαν, είναι η πιο ηδονική στιγμή που μπορεί να ελπίσει η γενιά του σήμερα, που χαμένη στις δεσμεύσεις και τα όνειρα μένει μετέωρη στο πουθενά. Το «Blade Runner» μας ξαναφέρνει στο νου το μύθο του Φρανκενστάιν και ειδικά την έξοχη ταινία του Γουέιλ, «Μνηστή του Φρανκενστάιν». Εκεί ο γιατρός είχε κατασκευάσει τη γυναίκα σύντροφο του τέρατος», που όμως βλέποντάς τον αρνείται την οποιαδήποτε σχέση μαζί του. Τρελό, μόνο και απογοητευμένο το τέρας, βάζει φωτιά στο εργαστήριο λέγοντας «ανήκουμε στους νεκρούς».
Μόνο που εδώ βρισκόμαστε στα τέλη του 20ου αιώνα, ή ακόμα περισσότερο στα 2020 αν δεχτούμε την αφήγηση ως έχει, και ο γιατρός Φρανκενστάιν δεν είναι ένας ρομαντικός επιστήμονας που ζει με τον υπηρέτη στον απομονωμένο τους πύργο, αλλά μια επιχείρηση, η Τάρελ Κορπορέισον, που κυβερνά έναν ολόκληρο κόσμο. Και οι κατασκευές, δεν είναι αποκρουστικά τέρατα αλλά πλάσματα τέλεια, ερωτικά, πιο άψογα από το δημιουργό τους.
Ο Φίλιπ Κ. Ντικ με το διήγημά του «Do the Androids Dream of Electric Sheep?» μας δίνει την εικόνα του μέλλοντος με τα πιο ζωηρά χρώματα πού θα μπορούσε να πετύχει κανείς. Και δεν είναι το κύριο αν αυτή η εικόνα είναι αισιόδοξη ή όχι, αλλά το ότι είναι πραγματική. Δεν υπάρχει καμιά άρνηση (και πολύ σωστά) για το μέλλον, απλά, πού και πού διακρίνουμε μια μελαγχολία για το τέλος ενός κόσμου που ενηλικιώθηκε παρά φύση, λόγω συνδρόμου Μαθουσάλα, όπως ο Σεμπάστιαν.
Σίγουρα η ταινία αυτή, πού σκηνοθετήθηκε από τον γνώριμο από το «Alien» Ρίντλεϊ Σκοτ, είναι ό,τι πιο εντυπωσιακό έχει να παρουσιάσει ο διεθνής κινηματογράφος τα τελευταία χρόνια και σίγουρα ανοίγει, με την αφαιρετική αφήγηση πού έχει υιοθετήσει, ένα νέο δρόμο για τη διεθνή κινηματογραφία.
Σε άλλο σημείο του περιοδικού θα βρείτε πληροφορίες για τα σκηνικά, το γύρισμα και τον Φίλιπ Κ. Ντικ.
- Log in to post comments